Η πεδιάδα των Μολάων, η οποία ονομαζόταν κατά την διάρκεια του 19ου αιώνα πεδιάδα Ασωπού και πιο παλιά κατά τη διάρκεια των κλασσικών χρόνων πεδιάδα της Λεύκης σύμφωνα με τον περιηγητή Στράβωνα, είναι μια προσχωγενής πεδιάδα που απλώνεται ανάμεσα στο νότιο Πάρνωνα και στο Λακωνικό κόλπο συνολικής έκτασης ογδόντα (80) περίπου χιλιάδων στρεμμάτων.
Το ελαιόλαδο που ήταν απαραίτητο για τη διατροφή των κατοίκων το εξασφάλιζαν από τα πανάρχαια χρόνια με δέντρα ελιάς που υπήρχαν και συνεχίζουν να υπάρχουν στα άκρα της πεδιάδας, στους πρόποδες των βουνών. Θεωρείτο από τα πανάρχαια χρόνια ένα ευγενές προϊόν και χρησιμοποιείτο σαν είδος διατροφής αλλά και σαν μέσο καλλωπισμού και ατομικής υγιεινής.
Σε επιγραφές από την αρχαία πόλη του Ασωπού διαβάζουμε μεταξύ άλλων ότι ο ευνοούμενος του Αυγούστου ο Λάκωνας, Γάϊος Ιούλιος Συροκλής χαρίζει στο Γυμνάσιο της πόλης του Ασωπού το αναγκαίο «έλαιο» εις τον αιώνα. Επίσης, σε αναφορά του Βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΄Ζ του πορφυρογέννητου με τίτλο «περί διοίκησης της αυτοκρατορίας» προς το γιό του Ρωμανό αναφέρεται στη χερσόνησο του Μαλέα την οποία μάλιστα χαρακτηρίζει ελαιοφόρο σημειώνει δε επακριβώς:
«….ο δε τόπος εν ω οικούσιν έστι άνυδρος και απρόσοδος, ελαιοφόρος δε όθεν και την παραμυθιάν έχουσιν. Διοικείται δε ο τοιούτος τόπος εις άκρα του Μαλέα….»
Όταν το ελαιόλαδο έγινε από τον 6ο π.χ. αιώνα είδος διατροφής, απέκτησε συγχρόνως και μια ιδιαίτερη οικονομική και εμπορική αξία και αποτέλεσε για τους κατοίκους της πεδιάδας ένα προϊόν ιδιαίτερης πλουτοπαραγωγικής αξίας. Αυτό φαίνεται έντονα και κατά την διάρκεια της Ενετοκρατίας. Οι Ενετοί θέλοντας να αυξήσουν την παραγωγή ελαιόλαδου επέτρεψαν με νόμο τον ελεύθερο εμβολιασμό των αγριελιών δίνοντας τίτλους ιδιοκτησίας σε αυτούς που εμβολίαζαν το δέντρο ακόμα και αν βρισκόταν στο κτήμα κάποιου άλλου. Ο νόμος αυτός ήταν ευνοϊκότατος για τον καλλιεργητή της ελιάς και αυτή ακριβώς η ενθάρρυνση εκ μέρους των Ενετών οδήγησε τους κατοίκους στη δενδροφύτευση της πεδιάδας και στον εμβολιασμό όλων των αγριελιών, που υπήρχαν στους πρόποδες των βουνών, μέσα σε μόλις λίγες ήμερες.
Ο περιηγητής Scrofani γράφει το 1795 για την περιοχή: «…. οι καλύτεροι ελαιώνες έχουν φυτευτεί από τους Ενετούς. Η συστηματική καλλιέργεια αρχίζει στα μέσα 18ου αιώνα….» Και πράγματι το ελαιόλαδο κατά την περίοδο αυτή της Ενετοκρατίας ήταν το σπουδαιότερο προϊόν της Λακωνικής Γης.
Οι Γάλλοι κυρίως προμηθεύονταν μεγάλες ποσότητες, ο Βασίλειος Κρεμμυδάς σε μελέτη του που αφορά το εμπόριο της Πελοποννήσου κατά τον 18ο αιώνα αναφέρει το ελαιόλαδο της Λακωνίας και την εξαιρετική του ποιότητα (αγουρόλαδο) καθώς και το ότι μεγάλες ποσότητες αυτού εξάγονταν προς τη Γεωργία και τη Γερμανία. Αλλά και έμποροι άλλων περιοχών όπως Δουλτσινιώτες και Ραγουζαίοι αλλά και Ζακυνθινοί έμποροι φαίνεται να είχαν αναπτύξει μεγάλη εμπορική δραστηριότητα στην περιοχή της Λακωνίας κατά την διάρκεια του 18ου αιώνα.
Η απελευθέρωση από τον Τουρκικό ζυγό και η ανασύσταση του ελληνικού κράτους βρίσκουν την πεδιάδα των Μολάων πλούσια και παραγωγική όσον αφορά την ελαιοκαλλιέργεια.
Σε στατιστική του 1828 η επαρχία Μονεμβασίας απαριθμούσε συνολικά 26.600 ελαιόδενδρα ενώ αρκετά ήταν και τα ελαιοτριβεία που αριθμούσε η περιοχή (συνολικά 55 ελαιοτριβεία).
Η Τοπική Κοινότητα του Αγίου Δημητρίου, είναι ένας οικισμός του Δήμου Μονεμβασιάς κτισμένος σε υψόμετρο 150 μέτρων. Ο πληθυσμός του ανέρχεται στους 240 κατοίκους σύμφωνα με την απογραφή του 2001.
Η κύρια ασχολία των κατοίκων της περιοχής είναι η γεωργία και κυρίως η ελαιοκαλλιέργεια.
Το χωριό του Αγίου Νικολάου Μονεμβασίας αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στα βυζαντινά χρόνια γύρω από την τότε Ιερά Μονή του Αγίου Νικολάου Σχινέα (υπόλειμμα αυτής αποτελεί ο Ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου). Απέχει περίπου δεκαπέντε χιλιόμετρα από τη Μονεμβασιά με κατεύθυνση προς Νεάπολη.
Η κύρια ασχολία των κατοίκων της περιοχής είναι η γεωργία και κυρίως η ελαιοκαλλιέργεια.
Οι 11 νερόμυλοι που βρίσκονται στο γραφικό χωριό Τάλαντα του Δήμου Μονεμβασίας έχουν αφήσει ανεξίτηλα τα ίχνη τους στον τόπο. Η ονομασία του χωριού έχει σχέση με την οικονομική ευρωστία των κατοίκων λόγω της ύπαρξης των μύλων και των άφθονων τρεχούμενων νερών τα οποία διοχετεύονταν με κανάλια στην Πλύτρα και για τα οποία οι κάτοικοι εισέπρατταν χρήματα.
Έτσι τα Τάλαντα δέσποσαν για πολλά χρόνια στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή του νομού Λακωνίας. Στην συνέχεια βέβαια οι μύλοι σίγησαν και κατέρρευσαν.Η κύρια ασχολία των κατοίκων της περιοχής είναι η γεωργία και κυρίως η ελαιοκαλλιέργεια.